Η καλή φυσική κατάσταση προστατεύει την καρδιά απ’ το πάχος
Μπορεί η φυσική κατάσταση να προστατεύσει την καρδιά των υπέρβαρων ανθρώπων; Το ερώτημα αυτό, που αφορά τουλάχιστον τους μισούς ενηλίκους οδήγησε στη διεξαγωγή μιας νέας μελέτης η οποία εστιάστηκε στην αεροβική κατάσταση και το σωματικό βάρος.
Η μελέτη που δημοσιεύθηκε προσφάτως στην «Επιθεώρηση του Αμερικανικού Κολεγίου Καρδιολογίας» (JACC) πραγματοποιήθηκε σε 3.148 υπέρβαρους εθελοντές, οι οποίοι πήγαιναν στην Κλινική Κούπερ του Ντάλας για τσεκ-άπ.
Στη διάρκειά του οι γιατροί συγκέντρωναν πληροφορίες για την καρδιαγγειακή τους υγεία, καταγράφοντας λ.χ. την πίεση, τη χοληστερόλη, την περίμετρο της μέσης και το ποσοστό λίπους στο σώμα τους. Μετρούσαν επίσης την αεροβική τους κατάσταση, υποβάλλοντάς τους σε τεστ σε κυλιόμενο διάδρομο.
Η μελέτη
Οι επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας και άλλα ερευνητικά κέντρα που εκπόνησαν τη μελέτη παρακολούθησαν τους εθελοντές επί τουλάχιστον έξι χρόνια και τρία τσεκ-άπ.
Οι περισσότεροι από τους εθελοντές τους ήταν 40άρηδες όταν άρχισε η μελέτη και ήταν φυσιολογικά δραστήριοι (λ.χ. περπατούσαν καθημερινά) δίχως όμως να είναι αθλητές ή να πηγαίνουν συστηματικά στο γυμναστήριο. Κανείς δεν είχε ενδείξεις καρδιοπάθειας στην αρχή ούτε παράγοντες κινδύνου για να την εκδηλώσει (όπως υπέρταση ή αυξημένη χοληστερόλη).
Στο δεύτερο τσεκ-άπ, 2-3 χρόνια μετά το πρώτο, οι ερευνητές συνέκριναν την κατάσταση των εθελοντών τους με αυτήν του πρώτου τσεκ-άπ. Οι περισσότεροι είχαν αυξήσει το σωματικό λίπος αλλά παραδόξως πολλοί παρουσίαζαν βελτίωση της φυσικής κατάστασης και κανένας δεν έδειχνε να έχει αποκτήσει κάποιον παράγοντα κινδύνου για καρδιοπάθεια.
Οταν όμως οι εθελοντές επανήλθαν για το τρίτο τσεκ-άπ λίγα χρόνια αργότερα, σχεδόν το 25% είχαν εκδηλώσει υπέρταση, μη υγιή επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα ή συνδυασμό παραγόντων που σηματοδοτούν το μεταβολικό σύνδρομο, λ.χ. είχαν ταυτοχρόνως υπέρταση, αυξημένα τριγλυκερίδια, χαμηλή «καλή» (HDL) χοληστερόλη και μειωμένη αντοχή στη γλυκόζη (σάκχαρο).
Οπως ήταν αναμενόμενο, τις περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν τέτοιου είδους προβλήματα είχαν εκείνοι οι οποίοι στο μεσοδιάστημα είχαν πάρει κιλά και ταυτοχρόνως είχαν χάσει τη φυσική κατάσταση επειδή είχα υιοθετήσει έναν πιο καθιστικό τρόπο ζωής. Σε αυτούς τους εθελοντές, οι πιθανότητες για μεταβολικό σύνδρομο ήταν κατά 71% περισσότερες απ’ ό,τι σε όσους είχαν μειώσει το σωματικό λίπος.
Ομως η καλή φυσική κατάσταση φάνηκε να προστατεύει ακόμα και όσους είχαν παχύνει αυξάνοντας έτσι το σωματικό λίπος. Στην πραγματικότητα, όσοι είχαν διατηρήσει τη φυσική τους κατάσταση και ταυτοχρόνως αύξησαν το σωματικό βάρος, διέτρεχαν κατά 22% λιγότερες πιθανότητες μεταβολικού συνδρόμου σε σύγκριση με όσους ήταν πιο παχείς και πιο αγύμναστοι απ’ ό,τι κατά το δεύτερο τσεκ-άπ.
Ευνόητο είναι πως τα οφέλη ήταν μεγαλύτερα για όσους εθελοντές είχαν χάσει κάποια κιλά και αντίστοιχα σωματικό λίπος, αλλά αυτοί ήταν πάρα πολύ λίγοι.
Η υπέρταση
«Αυτό που αποδεικνύει η μελέτης μας είναι ότι όταν μιλάμε για την υγεία της καρδιάς ρόλο δεν παίζουν μόνο τα κιλά αλλά και η φυσική κατάσταση», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Ντακ-Τσουλ Λι, από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας. «Για να προστατεύσει λοιπόν ένας υπέρβαρος την καρδιά του, ίσως το μόνο που χρειάζεται είναι να διατηρήσει τη φυσική του κατάσταση, δίχως καν να τη βελτιώσει».
Η εκτίμηση αυτή δεν είναι τυχαία. Οι εθελοντές που βελτίωσαν την αεροβική φυσική κατάσταση είχαν κατά 28% λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν υπέρταση σε σύγκριση με όσους αφέθηκαν στις χάρες της καθιστικής ζωής. Ωστόσο όσοι διατήρησαν φυσική κατάσταση αναλλοίωτη, είχαν 26% λιγότερες πιθανότητες υπέρτασης – μια πραγματικά μικρή διαφορά, που δεν φάνηκε να επηρεάζεται από την ηλικία (είναι καλά γνωστό πως η αεροβική μας κατάσταση φθίνει με την ηλικία).
«Το μήνυμα είναι απλό», τόνισε ο δρ Λι. «Δίνουμε υπερβολικά μεγάλη βαρύτητα στην απώλεια βάρους, αλλά ξέρουμε πως αυτό είναι πολύ δύσκολο. Αν είναι να προστατεύσουμε την καρδιά μας, ας φροντίσουμε έστω να μη χαλάσουμε τη φυσική μας κατάσταση αλλά να μείνουμε σταθερά δραστήριοι για όλη μας τη ζωή – κάτι που για τους περισσότερους πιθανώς είναι πολύ πιο εφικτό».