Πόσο Γυμνάζονται τα Παιδιά μας;
Πορίσματα Πανελλαδικής Έρευνας Διατροφικών Συνηθειών Παιδιών και Εφήβων
Η αλματώδης αύξηση που παρουσίασε η παιδική παχυσαρκία τις προηγούμενες δύο δεκαετίες είχε ως αποτέλεσμα να αποτελεί σήμερα ένα τεράστιο πρόβλημα για τη Δημόσια Υγεία. Στις ΗΠΑ η συχνότητα εμφάνισης του υπέρβαρου στα παιδιά και τους εφήβους παρουσίασε ραγδαία αύξηση από 11% (1988-1994) σε 17% (2003-2004). Παρόμοιες τάσεις παρατηρούνται και στην Ευρώπη. Σε έρευνα του Ιδρύματος «Αριστείδης Δασκαλόπουλος» (ΙΑΔ) για την Ελλάδα έδειξε ότι 1 στα 4 παιδιά ηλικίας 3-18 ετών είναι υπέρβαρο ή παχύσαρκο.
Το πρόβλημα της παχυσαρκίας είναι πολυσύνθετο, αφού το καθορίζουν γονιδιακές, βιολογικές και κοινωνικοοικονομικές παράμετροι και αντιμετωπίζεται δύσκολα καθώς το ίδιο περιβάλλον από μόνο του προωθεί την παχυσαρκία.
Η συστηματική σωματική δραστηριότητα είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την απόκτηση και διατήρηση καλής υγείας και υγιούς σωματικού βάρους τόσο για τα παιδιά όσο και για τους ενήλικες.
Σύμφωνα με τις τελευταίες συστάσεις υγιεινής διατροφής για τον αμερικανικό πληθυσμό, που δημοσίευσε το Υπουργείο Γεωργίας και το Υπουργείο Υγείας των ΗΠΑ, θα πρέπει, τόσο οι ενήλικες όσο και τα παιδιά, να εντάξουν τη σωματική δραστηριότητα στην καθημερινότητά τους. Οι συστάσεις για τα παιδιά και τους εφήβους αναφέρουν την υιοθέτηση τουλάχιστον 60 λεπτών σωματικής δραστηριότητας τις περισσότερες ή κατά προτίμηση, όλες τις ημέρες της εβδομάδας.
Θα παρουσιάσουμε τα αποτελέσματα έρευνας που διενήργησε το ΙΑΔ σχετικά με τη σωματική δραστηριότητα των Ελληνόπουλων. Με τον όρο σωματική δραστηριότητα εννοούμε τόσο την οργανωμένη άθληση όσο και το παιχνίδι ή το περπάτημα. Το κυνηγητό, το σχοινάκι ή το ανέβασμα μιας σκάλας είναι καλές μορφές μη οργανωμένης άθλησης. Για τις ανάγκες της έρευνας στο συνολικό χρόνο σωματικής άσκησης δεν περιλήφθηκε η σωματική δραστηριότητα στο μάθημα της γυμναστικής.
Η έρευνα του ΙΑΔ πραγματοποιήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1305 παιδιών και εφήβων, για ηλικίες 3-18 ετών. Η ερώτηση που τέθηκε ήταν πόση ώρα ασχολήθηκαν με κάποιου είδους σωματική δραστηριότητα την προηγούμενη ημέρα.
Από τις απαντήσεις φαίνεται ότι περίπου το μισό δείγμα (47%) ασκείται λιγότερο από μία ώρα την ημέρα, ενώ 15% δεν ασκούνται καθόλου. Οι έφηβοι ασκούνται σε μικρότερο βαθμό από τα παιδιά, αφού το 58% αυτών ασκούνται λιγότερο από μία ώρα καθημερινά, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στα παιδιά είναι 39%. Από την ηλικία των 7 ετών και άνω και όσο αυξάνει η ηλικία, παρατηρείται αύξηση αυτών που ασκούνται λιγότερο από τον ενδεδειγμένο χρόνο, φτάνοντας στην ηλικιακή ομάδα των 16-18 ετών στο 68%.
Ο μέσος χρόνος ενασχόλησης με σωματικές δραστηριότητες είναι περίπου μιάμιση ώρα καθημερινά για όλο το δείγμα. Ο χρόνος αυτός είναι στατιστικά μεγαλύτερος στ’ αγόρια από ότι στα κορίτσια, ενώ τα αγόρια καταναλώνουν στατιστικά περισσότερο χρόνο σε παιχνίδι. Οι έφηβοι γυμνάζονται λιγότερη ώρα από τα παιδιά, ασχολούνται όμως περισσότερο με οργανωμένη άθληση και περπάτημα. Στους εφήβους παρατηρείται μείωση του χρόνου ενασχόλησης με μη οργανωμένη άθληση.
Όσο αφορά την οργανωμένη άθληση οι έφηβοι 16-18 ετών αφιερώνουν 15 λεπτά κατά μέσο όρο σε σχέση με τα παιδιά 13-15 ετών που αφιερώνουν 33 λεπτά, πιθανόν λόγω της μεγαλύτερης ενασχόλησης με τη μελέτη των μαθημάτων. Ο συνολικός χρόνος ενασχόλησης με σωματική δραστηριότητα δεν εμφανίζει ιδιαίτερες διαφορές σε σχέση με τον τόπο διαμονής. Διαφέρει όμως η κατανομή του χρόνου μεταξύ οργανωμένης άθλησης, παιχνιδιού/μη οργανωμένης άθλησης και περπατήματος.
Η ανάλυση του χρόνου σωματικής δραστηριότητας σε σχέση με το Δείκτη Μάζας Σώματος έδειξε ότι τα παιδιά και οι έφηβοι που έχουν φυσιολογικό βάρος ή είναι υπέρβαρα αφιερώνουν περισσότερο χρόνο σε οργανωμένη άθληση από τα παχύσαρκα και λιποβαρή παιδιά χωρίς ο συνολικός χρόνος άθλησης να διαφέρει σημαντικά.
Σε σχέση με τις καθιστικές δραστηριότητες, όπως η παρακολούθηση τηλεόρασης ή η ενασχόληση με καθιστικά παιχνίδια όπως ο υπολογιστής ο μέσος χρόνος ενασχόλησης ήταν 75 λεπτά, με τους εφήβους να αφιερώνουν περισσότερο χρόνο από τα παιδιά (88 λεπτά και 66 λεπτά αντίστοιχα).
Κατανοούμε ότι σε εθνικό επίπεδο ο περιορισμός της σωματικής δραστηριότητας με την αύξηση της ηλικίας είναι γεγονός και φαίνεται να αποτελεί μέρος του προβλήματος της παχυσαρκίας.
Έρευνα σε Ευρωπαϊκό επίπεδο
Η αύξηση της παχυσαρκίας και των σχετιζομένων με αυτήν προβλημάτων στην Ευρώπη έγινε αφορμή για την Ευρωπαϊκή Έρευνα IDEFICS (Προσδιορισμός και Πρόληψη των σχετικών με τη διατροφή και τον τρόπο ζωής επιδράσεων στην υγεία παιδιών και νηπίων) με σκοπό τη βελτίωση της γνώσης σχετικά με τους διατροφικούς παράγοντες, τους παράγοντες του κοινωνικού περιβάλλοντος και του τρόπου ζωής που μπορούν να επηρεάσουν την υγεία των παιδιών στην Ευρώπη.
Μερικά αποτελέσματα της έρευνας αυτής είναι η έλλειψη χρημάτων, ο περιορισμένος χρόνος για την προετοιμασία του φαγητού, ο λιγοστός χρόνος που αφιερώνουν οι γονείς στα παιδιά (ώστε να μπορούν να ελέγχουν τη διαιτητική πρόσληψη) και η μεγάλη διαθεσιμότητα ενεργειακά πυκνών αλλά χαμηλής θρεπτικής αξίας τροφίμων είναι σημαντικά εμπόδια για την υγιεινή διατροφή των παιδιών. Επίσης, η έλλειψη αθλητικών χώρων, οι μη ανεκτικοί γείτονες και η έλλειψη κήπου αποτελούν εμπόδια για την αύξηση της σωματικής δραστηριότητας.
Από τα αποτελέσματα της έρευνας αξίζει να αναφερθεί ότι ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης υπάρχουν διαφορές σε σχέση με τη διάθεση τροφίμων στα σχολεία, σε αρκετές χώρες υπάρχει απουσία ξεκάθαρων κανονισμών και σε γενικές γραμμές υπάρχει έλλειψη διατροφικής ενημέρωσης στις περισσότερες χώρες (εκτός από το Βέλγιο και την Ισπανία) και η κατανάλωση φρούτων στο σχολείο δεν διευκολύνεται.
Ξεπερνώντας τα εμπόδια
Οι γονείς συχνά θεωρούν το σχολείο ως ένα σημαντικό μέσο διευκόλυνσης και προώθησης της σωστής διατροφής και του υγιεινού τρόπου ζωής. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα παιδιά περνούν πολλές ώρες στο σχολείο. Η διατροφική εκπαίδευση, επομένως, θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνεται στο σχολικό πρόγραμμα δίνοντας τη δυνατότητα στα παιδιά όλων των κοινωνικοοικονομικών τάξεων να έχουν πρόσβαση σ’ αυτή τη γνώση. Επιπλέον, είναι απαραίτητο να υπάρχει καλά οργανωμένη και συνεπής πολιτική για τη σίτιση των παιδιών στο σχολείο, η οποία θα υποστηρίζεται από τους γονείς.
Η οργάνωση σωματικών δραστηριοτήτων προσιτών στα παιδιά μπορεί, όχι μόνο να βγάλει τα παιδιά από τον καθιστικό τρόπο ζωής, αλλά και να τα κρατήσει μακριά από προβληματικές συμπεριφορές. Τα σχολεία θα έπρεπε να διαθέτουν χώρους και κατάλληλο εξοπλισμό για διάφορα αθλήματα, να οργανώνουν εξωσχολικές δραστηριότητες, να διαθέτουν ενημερωμένους εκπαιδευτικούς που θα λειτουργούν ως πρότυπα για τα παιδιά.